προδιαμαρτύρομαι

προδιαμαρτύρομαι
προδιαμαρτύ̱ρομαι , πρό-διαμαρτύρομαι
call gods and men to witness
aor subj mp 1st sg (epic)
προδιαμαρτύ̱ρομαι , πρό-διαμαρτύρομαι
call gods and men to witness
pres ind mp 1st sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • προδιαμαρτύρομαι — Α επικαλούμαι προηγουμένως τη μαρτυρία ενός προσώπου («πάντας ὡς ἂν εἰ προδιαμαρτυρομένη, χάριν τοῡ συντρῑψαι τοὺς Ἀχαιούς», Πολ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + διαμαρτύρομαι «επικαλούμαι ως μάρτυρες θεούς και ανθρώπους»] …   Dictionary of Greek

  • ՆԱԽԱՎԿԱՅԵՄ — ( ) NBH 2 0397 Chronological Sequence: 5c ա. ՆԱԽԱՎԿԱՅԵԼ. πρωτομαρτύρομαι, προδιαμαρτύρομαι ante testor, praenuncio. Կանխաւ վկայել, կամ վկայութիւն դնել յառաջագոյն. *Յառաջ քարոզել զիւրաքանչիւր, եւ նախավկայել աւետաւորութիւն զառ ʼի յաստուած կենացն.… …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”